Ο Παναγιώτης Γιαννουλέας γεννήθηκε στη Στούπα της Μεσσηνιακής Μάνης το 1947. Σπούδασε Πολιτικές και Οικονομικές Επιστήμες. Εργάστηκε στον ιδιωτικό τομέα ως οικονομολόγος και σύμβουλος επιχειρήσεων. Είναι μέλος της «Ελληνικής Λέσχης Συγγραφέων Αστυνομικής Λογοτεχνίας» (Ε.Λ.Σ.Α.Λ.) και της Ένωσης Μεσσήνιων Συγγραφέων. Έχει γράψει τα μυθιστορήματα Κόκκινη Ομίχλη στο Κάστρο (2007), Προφανής ένοχος (2009), Γαλάζια κόμπρα (2014), Ζωές στην καταιγίδα (2016), Τετράκις εις θάνατον – Η δηλητηριάστρια της Μάνης (2022). Διηγήματά του έχουν περιληφθεί σε έξι συλλογικούς τόμους διηγημάτων και έχουν δημοσιευτεί σε εφημερίδες.
Τετράκις εις θάνατον – Η δηλητηριάστρια της Μάνης
Η αδύνατη μαυροφορεμένη γυναίκα ήταν κουλουριασμένη στο λεπτό στρώμα του σιδερένιου κρεβατιού. Ένα ξύλινο τραπέζι και μια ξύλινη καρέκλα συμπλήρωναν την επίπλωση του μικρού κελιού. Στον τοίχο πάνω από το κρεβάτι δέσποζε η εικόνα του Ιησού Χριστού. Βρισκόταν σε μια περίεργη κατάσταση, μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας. Δεν μπορούσε να θυμηθεί πώς και γιατί βρέθηκε σ’ αυτό το δωμάτιο. Με τα μάτια σφραγισμένα ζητούσε απεγνωσμένα λύτρωση. Λύτρωση όμως από τι; Όλα ήταν μπερδεμένα μέσα της, Παρακαλούσε τον Μορφέα να την επισκεφτεί και να την απαλλάξει από το άγχος και την αγωνία. Όμως, αντί για τον Μορφέα την επισκέφτηκε ένας τρομακτικός εφιάλτης. Ένιωσε να βυθίζεται σε πυκνό, μαύρο σκοτάδι, ενώ το θολωμένο της μυαλό σφυροκοπούσε η φράση: Τετράκις εις θάνατον! Ο εγκέφαλός της δεν μπορούσε να επεξεργαστεί και να κατανοήσει τι ήταν αυτό που της συνέβαινε. Ποιον αφορούσε αυτό το «Τετράκις εις θάνατον!»; Ξαφνικά, στο μυαλό της, σαν σε οθόνη κινηματογράφου, άρχισε να προβάλλεται μια ιστορία τρόμου. Όσο προχωρούσε η «προβολή», τόσο η αγωνία και ο τρόμος γιγαντώνονταν μέσα της και την καταλάμβαναν ολοκληρωτικά. Σε μια άκρη του μυαλού της, που ήταν έτοιμο να εκραγεί, δημιουργήθηκε η απορία: «Έφταιγε μόνο η πρωταγωνίστρια ή μήπως και οι άλλοι προκάλεσαν τη μοίρα τους;» Προσπαθούσε, άραγε, να εξηγήσει όσα νοερά παρακολουθούσε ή απλά ήθελε να δώσει άλλοθι στην πρωταγωνίστρια για τις πράξεις της; Κι η «προβολή» μέσα στο μυαλό της συνεχιζόταν…Είχε χάσει την αίσθηση του χώρου και του χρόνου όταν ένα τρίξιμο την έβγαλε από την εφιαλτική κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει. Έστρεψε το βλέμμα της προς την πόρτα. Μέσα στο μισοσκόταδο που επικρατούσε στο κελί διέκρινε έναν άντρα να κινείται προς το μέρος της. Φορούσε μαύρο μανδύα, κάτι σαν ράσο, ενώ το πρόσωπό του κάλυπταν πυκνά γένια. Στα χέρια του κρατούσε κάτι. Ανασκίρτησε και κάθισε στο κρεβάτι. Τώρα ο εφιάλτης ζωντάνεψε και έγινε ωμή πραγματικότητα. Συνειδητοποίησε ότι η ιστορία που «παρακολουθούσε» ήταν πέρα για πέρα αληθινή με πρωταγωνίστρια την ίδια. Κοίταξε με απλανές βλέμμα τον ιερέα που τώρα στεκόταν όρθιος μπροστά της κρατώντας το Άγιο Δισκοπότηρο.