Μαστραγγελόπουλος Βασίλης

 

Ο Βασίλης Κ. Μαστραγγελόπουλος γεννήθηκε στις 13.2.1946 στην Πέτρα Τριφυλίας από γονείς αγρότες. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών Ελληνική και Αγγλική φιλολογία και ολοκλήρωσε την επιστημονική και εκπαιδευτική του συγκρότηση με επιμορφωτικές σπουδές (όπως π.χ. Σ.Ε.Λ.Μ.Ε. Τρίπολης, από την οποία αποφοίτησε με άριστα) και με πλήθος επιμορφωτικών σεμιναρίων. Τελείωσε τη Σχολή Δημοσιολογίας και «εκρίθη άξιος του δημοσιολογείν» από το Μετεκπαιδευτικόν Κέντρον Ελευθέρων Δημοσιολογικών Σπουδών και Ερευνών, κατά το Ακαδημαϊκό έτος 1971- 1972. Στις 19.9.1972 διορίστηκε στη Μεσσηνία ως φιλόλογος καθηγητής και υπηρέτησε σε σχολεία της Μέσης Εκπαίδευσης στη Μεσσηνία. Για ένα διάστημα 4 περίπου ετών υπηρέτησε ως διοικητικό προσωπικό και προϊστάμενος της Γραμματείας της τότε διεύθυνσης Μέσης Εκπαίδευσης Μεσσηνίας. Το χρονικό διάστημα από Σεπτέμβρη 1986 έως Μάιο 2002 υπηρέτησε ως Διευθυντής του Γυμνασίου Πεταλιδίου (1 έτος), Διευθυντής Λυκείου Πεταλιδίου (8 έτη), Διευθυντής του 2ο Λυκείου Καλαμάτας (6 έτη) και ενδιάμεσα μετεκπαιδεύτηκε (1991). Συνταξιοδοτήθηκε ύστερα από 30 έτη υπηρεσίας στη Δημόσια Μέση Εκπαίδευση στο τέλος Μαΐου 2002 από το 2ο Λύκειο Καλαμάτας, στο οποίο ήταν διευθυντής, προκειμένου να ασχοληθεί αποκλειστικά με την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Είναι πατέρας 4 παιδιών (δύο αγοριών και δύο κοριτσιών).  Σημαντικό μέρος της δραστηριότητάς του ανάλωσε στο Συνδικαλισμό (μέλος του Δ.Σ. της ΕΛΜΕ Μεσσηνίας) και στα κοινά για πολλά χρόνια. Ιδιαίτερα ασχολήθηκε με τη Λαογραφία, την Τοπική Ιστορία και τη Δημοσιογραφία. Από την περίοδο των φοιτητικών χρόνων μέχρι σήμερα δημοσιογραφεί σε τοπικές εφημερίδες και περιοδικά με ποικίλα θέματα, όπως λαογραφικού, εκπαιδευτικού, ιστορικού, πολιτικού και κοινωνικού περιεχομένου (εφημερίδες: Αμπελιώνα, Βάσσες, Αντίλαλοι του Πάνα, Νέος Ορίζων, Ελευθερία, Θάρρος, Φωνή, Σημαία, Παρατηρηρής, περιοδικά: Καλαμάτα, Ιθώμη). Κατά τη δεκαετία 1993-2002 εξέδιδε μαζί με τη σύζυγό του Αγγελική τη μηνιαία Μεσσηνιακή εφημερίδα «Βάσσες», έντυπο πολιτισμού και ανάπτυξης που είχε τεθεί στην υπηρεσία του τόπου, κυρίως με σημείο αναφοράς την περιοχή των χωριών της Είρας. Έχει λάβει μέρος ως εισηγητής σε πολλά συνέδρια, όπως εκείνα που οργάνωσε η Ομοσπονδία Συλλόγων Χωριών ορεινής Τριφυλίας με θέματα και προβλήματα της περιοχής, η ΟΛΜΕ και ο Σύλλογος για την Προστασία του Ελληνικού Πολιτισμού. Κατά τη χρονική περίοδο 1999-2010 ασχολήθηκε ενεργά με την Τοπική Αυτοδιοίκηση στο δήμο Είρας. Την τετραετία 2003-2006 διετέλεσε Δήμαρχος και τις τετραετίες 1999-2002 και 2007-2010 Δημοτικός Σύμβουλος επικεφαλής συνδυασμού. Η περίοδος της δημαρχοντίας του στον Καποδιστριακό Δήμο της Είρας υπήρξε πλούσια σε παραγωγή σημαντικού έργου.  Εξέδωσε σημαντική συλλογή Δημοτικών τραγουδιών με τίτλο Δημοτικά Τραγούδια της Άνω Μεσσηνίας (1997), την οποία παρουσίασε στο περιοδικό Λαογραφία ο ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Μιχάλης Μερακλής. Το Υπουργείο Παιδείας συμπεριέλαβε το βιβλίο αυτό στον κατάλογο των εγκεκριμένων βιβλίων για τις σχολικές βιβλιοθήκες. Επίσης εξέδωσε ηλεκτρονικά σε μικρό αριθμό αντιτύπων τα βιβλία  Το Θρησκευτικό Δίκαιο στην Αθήνα των Κλασσικών Χρόνων (Ιερό Δίκαιο – Αθεΐα) (1991), Πολιτικοί και Κοινωνικοί Υπαινιγμοί στην Κωμωδία ‘Ιππής’ του Αριστοφάνη (1991).  Δημοσίευσε μελετήματα με λαογραφικό περιεχόμενο στις ετήσιες περιοδικές εκδόσεις «Μεσσηνιακό Ημερολόγιο» (τ. 3ος 2009, τ. 4ος 2010, τ. 5ος 2011, τ. 6ος 2012, τ. 7ος 2013). Υπό έκδοση έχει τα βιβλία Η οικιακή οικονομία στα χωριά της Είρας κατά το 19ο και 20ο αιώνα, Ξενοφών Π. Παπαδάμ (ο Αντιστασιακός, ο Επιστήμονας και ο Άνθρωπος), Παραδόσεις του λαού μας, Γλωσσάριο στα Απομνημονεύματα του Θεοδώρου Κολοκοτρώνη.

 

Δημοτικά Τραγούδια της Άνω Μεσσηνίας

Η παρούσα Συλλογή Δημοτικών Τραγουδιών με τίτλο «Δημοτικά Τραγούδια της Άνω Μεσσηνίας» προέρχεται από τις βόρειες εσχατιές του Νομού Μεσσηνίας, από την περιοχή της ορεινής Άνω Τριφυλίας και συγκεκριμένα εκείνη που εκτείνεται κυρίως μέσα στα χωριά του τέως Δήμου Είρας. Εκεί ζήσαμε και εμείς τα παιδικά μας χρόνια και πήραμε τα πρώτα μουσικά ακούσματα. Εκεί βιωθήκαμε τα δημοτικά τραγούδια, καθώς τα τραγουδούσαν με πάθος οι παππούδες και οι γονέοι μας και αντιβούιζαν οι λαγκαδιές του Λυκαίου και των Νομίων από τους ήχους των λαϊκών οργάνων στις μεγάλες γιορτές, στα πανηγύρια, στους γάμους και στα βαφτίσια. Σ’ αυτά εύρισκαν τη λύτρωση από τα βάσανα και τις πίκρες της ζωής. Το τραγούδι γι’ αυτούς ήταν μια μυσταγωγία, ένα είδος θρησκείας που το ’χαν ταυτίσει με την ίδια τους τη ζωή. Μ’ αυτό έκφραζαν τη χαρά και τη λύπη, τις σκέψεις και τα ονείρατά τους, τα συναισθήματα και τις παντοχές τους. Μ’ αυτό αποχαιρετούσαν τα αγαπημένα τους πρόσωπα για τελευταία φορά, όταν έφευγαν παντοτινά απ’ αυτόν τον κόσμο […]. Η λαϊκή μας ποίηση αποτελεί τρανή εθνική κληρονομιά, αφού πρόκειται για σπουδαίο καλλιτεχνικό δημιούργημα, φιλολογικό, λαογραφικό και μουσικό και όχι μόνο. Εκφράζει το νεοελληνικό πολιτισμό σε μια μακρά χρονική περίοδο αλλά και τόσο κρίσιμη για τη φυλή μας και αποδείχτηκε πολύτιμος συνεκτικός δεσμός των Ελλήνων, όπου κι αν βρίσκονται, είτε στον ελλαδικό χώρο είτε σ’ οποιοδήποτε σημείο της υφηλίου.