Καρσαμπά Κυριακή (1946-2023)

 

Η Κυριακή Καρσαμπά γεννήθηκε στην Καλαμάτα από γονείς Μικρασιάτες. Σπούδασε Ιατρική στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ) και άσκησε το επάγγελμα του Μικροβιολόγου επί 34 χρόνια. Από  μικρή ζωγραφίζει και έχει στο ενεργητικό της πέντε (5) ατομικές εκθέσεις ζωγραφικής. Συμμετείχε επίσης σε πολλές ομαδικές εκθέσεις του Ιατρικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης. Ακόμη, ασχολήθηκε με την κατασκευή χειροποίητων κοσμημάτων από ασήμι και ημιπολύτιμους λίθους κάνοντας μία ατομική έκθεση, και με την ταπισσερί και άλλες μορφές τέχνης. Γράφει από πολύ νεαρή ηλικία ιδιαιτέρως ποίηση, στην οποία και έχει αφοσιωθεί μετά την συνταξιοδότησή της από το 2008, ενώ έχει υπό έκδοση μια ποιητική συλλογή. Γράφει ολιγόστιχα ποιήματα, ποιητικά δοκίμια, μικρούς διαλογισμούς-αφορισμούς, ερωτική ποίηση και σκωπτικά ποιήματα. Έχει ασχοληθεί με την μετάφραση από την Αγγλική και Γαλλική γλώσσα και έχει μεταφράσει επτά βιβλία. Έχει επίσης εκδώσει ένα βιβλίο Αιματολογίας προς χρήση των ειδικευομένων γιατρών Μικροβιολόγων. Γνωρίζει καλά την Αγγλική και πολύ καλά την Γαλλική γλώσσα.

 

Το παιγνίδι της μοναξιάς

Και ξαφνικά

κείνο το απόβραδο 

με τόσα αστέρια να ψιθυρίζουν

πάνω απ’ το κεφάλι μου

είχα πάψει να νοιώθω μοναξιά. 

Βρήκα τη θέση μου… είπα..

στη μεγάλη οικογένεια. 

Μα η  μοναξιά ολοένα φεύγει

κι ολοένα επωάζεται νέα

σε άλλη απόχρωση του γκρι

ή του λιλά, ή του άσπρου του πάγου

κι όλα τα χρώματα τής πάνε,

ακόμα και το κόκκινο του έρωτα

-κυρίως αυτό –γιατί η μοναξιά εδώ

δεν έχει πια λόγο να κρυφτεί

πίσω από μιαν ενότητα

που αποδεικνύεται ψευδαίσθηση.

Ξαναγυρνάμε ήσυχα

στη δροσερή αδελφοσύνη των άστρων.

Μια αγάπη σιγανή  / ευγενή, γαλαζοαίματη. 

Κι η μοναξιά, ανάλαφρη

σαν φυσαλίδα ανεβαίνει....

 

Μυστικοί διάλογοι

Τώρα δεν παίζει πια μαζί μου όπως παλιά

που ένοιωθα παιγνίδι στα χέρια Του.

Τώρα έχω μεγαλώσει πια

άλλαξε συνήθειες κι ο Θεός.

Χρειάζεται συντρόφους

και μου μιλάει τα μυστικά του.

 ……………………………………………………………………………………..

Η ζωή είναι μια ατέλειωτη / προσαρμογή στην απώλεια.
Τα δέντρα το ’μαθαν καλά. / Φυλλοροούν αγόγγυστα.

………………………………………………………………………………………

Κι η βραδινή καλοκαιρινή μου έκσταση… / το άρωμα του γιασεμιού!!
……………………………………………………………………………………… 

Ένα δεν μπορώ να σου συγχωρήσω, Ήλιε μου …
Που μ’ αναγκάζεις κάθε μέρα
να ’χω για σύντροφο μια σκιά!

…………………………………………………………………………………………

Ναι, έμαθα άκοπα να συγχωρώ.

Με ποιόν ν’ αντιδικήσω / όταν τους βλέπω όλους μέσα μου;

…………………………………………………………………………………………

Είναι άφρονας άραγε ο ήλιος που στη δύση του

Τέλος βάζει στην τόση απλοχεριά του

και πέφτει εκείνη η σίγαση της φύσης

σαν αφωνία μετά από ομιλητική κατάχρηση;