Δημητρακόπουλος Ε. Ηλίας (1963-2015)

 

Ο Ηλίας Ευθ. Δημητρακόπουλος γεννήθηκε το 1963 στη Μεσσηνία, όπου και έζησε τα παιδικά του χρόνια. Στην εφηβεία του μετέβη στην Αθήνα όπου τέλειωσε το Λύκειο. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και στη συνέχεια παρακολούθησε για τρία χρόνια μεταπτυχιακά μαθήματα Παιδαγωγικής Ψυχολογίας. Εργάστηκε ως καθηγητής Φιλολογίας στη Δευτεροβάθμια δημόσια εκπαίδευση, για δέκα χρόνια στο Λύκειο Κυπαρισσίας και για τόσα και περισσότερα στην Αθήνα. Ασχολήθηκε συστηματικά με το ανέβασμα θεατρικών παραστάσεων από μαθητικούς θιάσους, έχοντας σκηνοθετικές αρμοδιότητες. Παρακολούθησε σεμινάρια σχετικά με το θεατρικό παιχνίδι, σεμινάρια υποκριτικής, καθώς και σεμινάρια της Commedia del Arte. Διετέλεσε σύμβουλος έκδοσης και μέλος της συντακτικής επιτροπής της τοπικής εφημερίδας Το Βλέμμα του Αετού, όπου διατηρούσε και μόνιμη στήλη. Επίσης, κείμενά του για το θέατρο έχουν δημοσιευτεί στο περιοδικό Τριφυλιακή Εστία. Ποιήματά του δημοσιεύτηκαν στον συλλογικό τόμο της Ένωσης Μεσσηνίων Συγγραφέων, «Μεσσηνιακές Δημιουργίες», τόμος Β', Καλαμάτα 2008. Έφυγε από τη ζωή το 2015.

 

Ίσκιος επαίτης

Τι να ’γινε αυτός ο ίσκιος με τη λιπόσαρκη μνήμη

που κυκλοφορούσε όταν εγώ δεν του ’δινα αφορμή

ούτε να ζήσει.

Ο ίσκιος που γύριζε σαν ίσκιος στην πίσω πλευρά

του ηδονικά άνετου αέρα που ανάπνεα

στις εξοδο-εισόδους

από μέρη που έμπαινα με τους δικούς μου καθρέφτες

αρεστός.

Τι να ’γινε αυτός ο ίσκιος

ποτέ δεν ένιωσα στ’ αλήθεια τις ανάγκες του.

Γιατί ενώ ήταν απλησίαστος, επαιτούσε

από τους ιδανικά πετυχημένους των πλατειών

την υλική του ανάγκη;

Τι να ’γινε άραγε;

Σε λησμονημένο ή ζωντανό μυαλό, χέρι ν’ απλώνει τώρα;

Και θα μου μοιάζει άραγε;

Τώρα που τα χρόνια μεγαλώνουν την επαιτεία από

τη μνήμη

και τη γνώμη πολλών πρώην ελεημόνων πάνε να

δικαιώσουν

πως ώρα για ίσκιους επαίτες δεν υπάρχει πλέον.

 

Ο κρεμασμένος της εθνικότητας

Τι εθνικότητας είναι αυτός ο άνθρωπος πίσω απ’ τη βιτρίνα;

Σα να βλέπω σφάγιο με ένδυμα γάμου

και με τα δάχτυλα μιας ανεπίδοτης ανθοδέσμης

τώρα που περνούν μπροστά του

μόνο νικητές και μόνο νικημένοι

τώρα που κι αυτός πουθενά δε μπορεί να επιστρέψει.

Όμως κοίτα, ούτε ο ίδιος είναι.

Μόνο το αρεστό στους πολλούς ομοίωμά του

που τον κατασπάραξε τη θέση του παίρνοντας.