Αλαφογιάννη Ελένη

 

Η Ελένη Κ. Αλαφογιάννη γεννήθηκε στην Αθήνα το 1961. Αποφοίτησε από την Ελληνογαλλική Σχολή «Άγιος Ιωσήφ» το 1978. Είναι πτυχιούχος Πολιτικός Μηχανικός της Πολυτεχνικής σχολής του Πανεπιστημίου Πατρών. Ασχολήθηκε επί χρόνια με τη συγγραφή, παρακολούθησε και ολοκλήρωσε με επιτυχία το πρόγραμμα του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου « Δημιουργική γραφή- Μυθιστόρημα, διήγημα, νουβέλα, σενάριο, θεατρικός λόγος» το 2015. Παρακολούθησε σεμινάρια διόρθωσης κειμένου με τον συγγραφέα Αλέξη Σταμάτη. Έργα της είναι η νουβέλα Γραμμές Αίματος (2016), το μυθιστόρημα Τέρμα Ιπποκράτους (2018) και το μυθιστόρημα Μη λες όλο λες (2020). Συμμετείχε στον συλλογικό τόμο ΠΑΝΔΗΜΙΑ –Ιστορίες εγκλεισμού; (2020). Έχει δημοσιεύσει στο ηλεκτρονικό λογοτεχνικό περιοδικό Fractal. Ζει μόνιμα στο Ακρογιάλι Αβίας του Δήμου Δυτικής Μάνης και ασχολείται με τη συγγραφή.

 

Κόβιντ-19

«Πρέπει να σας πάρω κατάθεση, μετά θα φύγετε, το πρόστιμο θα το πληρώσετε, δεν γίνεται αλλιώς. Έτσι κι αλλιώς για καλό είναι, στο σύστημα υγείας θα πάνε τα χρήματα». Ήταν τόσο γλυκιά και τόσο ωραία γκόμενα, ξανθιά και πρασινομάτα που είχα λιγώσει να την κοιτάζω και έλεγα όλο ναι. «Εσύ, εσείς – το διόρθωσα - θα μου πάρετε κατάθεση;» Σκεφτόμουν το χάλι μου, αξύριστος, ευτυχώς είχα λουστεί το πρωί στην πηγή και είχα βάλει καθαρό παντελόνι και πουλόβερ. Τα άρβυλά μου είχαν τα χάλια τους, αλλά από το βουνό ήρθα τι να φορούσα; «Ναι, εγώ θα καταγράψω το συμβάν. Λοιπόν, σας ακούω». Εγώ, κορίτσι μου, είμαι κτηνοτρόφος. Πολλά αρνοκάτσικα ο πατέρας μου. Και μελίσσια έχω, και τυρί φτιάχνω. Είδα ένα χαμόγελο στα χείλια της. Ρε, μπας και με ειρωνεύεται … Φέτος δεν είχαμε πολύ βαρύ χειμώνα. Χιόνι πολύ δεν είχαμε. Έτσι αφού τελειώσαμε με τις ελιές - α, ναι έχουμε και κάπου χίλιες ρίζες ελιές στον κάμπο - είπε ο πατέρας: «Δεν ανεβαίνεις στο Ρίντομο τώρα που βαστάει καλά ο καιρός να σου στείλω και δυο εργάτες να τελειώσει εκείνο το ρημάδι το σπίτι;» [...]Το ίδιο απόγευμα με ξύπνησε το κουδούνισμα του κινητού. Τρελάθηκα! Ήταν η κούκλα η αστυνόμος μου ! Θα περνούσε λέει από το χωριό πηγαίνοντας στους γονείς της, ήθελε να μου αφήσει αντίγραφο της κατάθεσής μου, το ξέχασα έλεγε…